- παγόνι
- (ταώς ο λοφιοφόρος - pavo cristatus). Ορνιθοειδές της οικογένειας των φασιανιδών. Το αρσενικό μπορεί να φτάσει σε μήκος 1,25 μ. εκτός από τα φτερά της ουράς, που έχουν περίπου άλλο τόσο μήκος· το θηλυκό έχει κατά κανόνα μήκος ένα μέτρο. Ενώ τα αρσενικά έχουν το γνωστότατο λαμπρό πτέρωμα, στο οποίο επικρατούν τα χρώματα γαλάζιο και πράσινο, τα θηλυκά έχουν χρώμα καστανόγκριζο με σκούρες λωρίδες. Οι φτερούγες είναι κοντές, γι» αυτό και επιτρέπουν μόνο μία βαριά πτήση που δεν μπορεί να κρατήσει πολύ. Τα ισχυρά πόδια είναι εφοδιασμένα, στο αρσενικό, με ισχυρότατα πλήκτρα. Το π. κατάγεται από τα δάση της νότιας Ινδίας, όπου ζει και σήμερα σε άγρια κατάσταση και τρέφεται από βλαστούς, καρπούς και μικρά ζώα. Στην Ευρώπη έγινε γνωστό μερικούς αιώνες προ Χριστού. Στη διάρκεια των αιώνων προήλθαν και δύο άλλες φυλές, που διακρίνονται από το τυπικό π. επειδή έχουν χρώμα ομοιόμορφο, μαύρο και άσπρο.
Ένα π., όμοιο με το κοινό π., είναι διαδεδομένο στην Ινδοκίνα, στην Ιάβα και στη Σουμάτρα. Στην Αφρική ζει το π. του Κογκό (afropavo congensis), διαδεδομένο στη λεκάνη του ομώνυμου ποταμού. Έχει μικρότερες διαστάσεις από το π. το λοφιοφόρο και διακρίνεται για το πτέρωμά του, μαύρο με μεταλλικές ανταύγειες, τα πολύ κοντύτερα φτερά της ουράς, το αυχενικό λοφίο, χωρισμένο σε δύο τμήματα διαφορετικής εμφάνισης και την παρουσία μακρών πλήκτρων και στο αρσενικό και στο θηλυκό.
Πωλήτρια φτερών παγονιού σε μια πόλη της Βιρμανίας.
Αρσενικό παγόνι με το χαρακτηριστικό γαλάζιο φτέρωμα.
* * *τοβλ. παγώνι.
Dictionary of Greek. 2013.